Κυριακή 17 Οκτωβρίου 2010

Tο μνημόνιο στο "σκαμνί"

Στην 100 σελίδων προσφυγή της ΑΔΕΔΥ, του ΔΣΑ, της ΕΣΗΕΑ, της Ομοσπονδίας Συνταξιούχων, πολιτών και άλλων, κατά του Μνημονίου στο Συμβούλιο της Επικρατείας,βασικός λόγος ακύρωσης του μνημονίου και των υπουργικών αποφάσεων που το υλοποιούν, είναι η παραβίαση του δικαιώματος της «περιουσίας».

Σύμφωνα με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το άρθρο 1 του πρόσθετου πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα προστατεύει πλήρως και τα περιουσιακά δικαιώματα. Ανάμεσα σε αυτά περιλαμβάνονται όλες οι απαιτήσεις είτε έχουν αναγνωρισθεί από διαιτητική ή δικαστική απόφαση είτε δημιουργθηκαν από το εθνικό δίκαιο. Σύμφωνα με τις αποφάσεις των δικαστηρίων, οι τακτικές αποδοχές που καταβάλλονται σ’ εργαζόμενους του δημόσιου τομέα, μπορεί να μειωθούν μόνο για λόγους δημόσιας ωφέλειας και πάντα μετά από δικαστικό έλεγχο.

Κατά την πάγια πλέον ελληνική αλλά και ευρωπαϊκή νομολογία, η έννοια του δημόσιου συμφέροντος, η οποία δικαιολογεί αποστέρηση ιδιοκτησίας ή περιουσιακού δικαιώματος, δεν μπορεί να συνδεθεί απλώς με το τρέχον έλλειμμα του Δημοσίου.

Σύμφωνα με την προσφυγή, οι περικοπές μισθών και συντάξεων καταλύουν την αρχή της αναλογικότητας, καθώς δεν ορίζεται καν ότι είναι προσωρινές. Σύμφωνα δε με την απόφαση 1975/1991 του ΣτΕ, μέτρα που λαμβάνονται για την προστασία της εθνικής οικονομίας δεν θίγουν την αξιοπρέπεια του ανθρώπου και την προστατευόμενη εκ του Συντάγματος ελευθερία των συλλογικών διαπραγματεύσεων, μόνο όταν έχουν παροδικό χαρακτήρα. Η κυβέρνηση το μόνο που απαντά εδώ είναι ότι οι περικοπές έχουν παροδικό χαρακτήρα και ήταν κατάλληλες και αναγκαίες!

Οι προσφεύγοντες υποστηρίζουν επίσης ότι οι περικοπές καταργούν ρυθμίσεις συλλογικών συμβάσεων εργασίας και συμφωνιών που έχουν καταρτιστεί στο Δημόσιο, παραβιάζοντας το άρθρο 22 παρ. 2 του Συντάγματος. Αλλωστε και η νέα Συνθήκη της Λισαβόνας ενισχύει τη συλλογική δράση.

Η προσφυγή θίγει επίσης ως λόγο ακύρωσης και την πλημμελή διαδικασία επικύρωσης του νόμου 3845/2010, ο οποίος, αν και αποτελεί διεθνή συνθήκη, δεν ψηφίστηκε από τα 3/5 του συνόλου των βουλευτών, όπως επιβάλλει το άρθρο 28 παρ. 2 του Συντάγματος.

Απο την πλευρά της, η κυβέρνηση επικαλείται έκτακτη και απρόβλεπτη ανάγκη της εθνικής οικονομίας επικαλείται και ζητά την απόρριψη ως νομικά και ουσιαστικά αβάσιμων όλων των νομικών επιχειρημάτων της προσφυγής κατά του μνημονίου.

Σε έγγραφο του υπουργείου Εργασίας (το υπουργείο Οικονομικών δεν απάντησε ακόμη), οι περικοπές χαρακτηρίζονται «συνταγματικώς ανεκτές» και ως το λιγότερο βλαπτικό μέτρο σε βάρος των συνταξιούχων, οι οποίοι αν κάνουν υπομονή τρία χρόνια θα έχουν νέες προοπτικές!



Περιορισμένη διάρκεια

Σύμφωνα με το έγγραφο, «τις περικοπές επιβάλλουν λόγοι γενικότερου δημόσιου συμφέροντος (συνδεόμενοι με τη λειτουργία της εθνικής οικονομίας) και στηρίζουν την οικονομική ισορροπία των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης, διανοίγοντας προοπτικές εξυγίανσής τους στο σχετικά σύντομο διάστημα της τριετίας που υπολογίζεται ότι θα εξέλθει η χώρα από την παρούσα κρίση».

«Οι ίδιοι λόγοι δημοσίου συμφέροντος (αντιμετώπιση της έκτακτης, εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης της εθνικής οικονομίας), οδήγησαν και στις μειώσεις των επιδομάτων των εργαζομενων στο στενό και ευρύτερο δημόσιο τομέα κατά θεμιτή κάμψη των ισχυουσών γι’ αυτούς συλλογικών συμβάσεων εργασίας», προσθέτει το υπουργείο, επικαλούμενο απόφαση της ολομέλειας του ΣτΕ (2289/87).

Κατά την κυβέρνηση, οι περικοπές ήταν «το μόνο κατάλληλο μέτρο για την προστασία του ασφαλιστικού κεφαλαίου και τη βιωσιμότητα των ασφαλιστικών οργανισμών». Τις αποκαλεί μάλιστα «αναγκαίο και επιβεβλημένο μέτρο, εφόσον δεν μπορούσε να ληφθεί πιο ήπιο ή να θεσπισθεί διάταξη λιγότερο βλαπτική για τα συμφέροντα των συνταξιούχων που να διασφαλίζει τη βιωσιμότητα του όλου συστήματος»!

Επιμένει επίσης ότι «τα πλεονεκτήματα του μέτρου αυτού υποσκελίζουν τα μειονεκτήματά του»! Οπως αναφέρει το έγγραφο, «το μέτρο έχει αρχή, μέση και τέλος, δηλαδή χαρακτηρίζεται από μια παροδικότητα όπως και η εθνική προσπάθεια για τη διάσωση του κράτους, η οποία εάν ευοδωθεί (γεγονός που ήδη διαφαίνεται από τα αίσια δημοσιονομικά αποτελέσματα που έχουν επιτευχθεί μέχρι σήμερα) και σωθεί τελικώς η χώρα, στο τέλος της τριετίας θα ανοίξουν νέες (πολύ καλύτερες των σημερινών) προοπτικές για τους συνταξιούχους»!

Αφ’ ετέρου δε, δεν θίγει με την ίδια ένταση όλους τους συνταξιούχους, αφού λαμβάνει πρόνοια ώστε οι μειώσεις στα δώρα τους να είναι ανάλογες με το ποσό της σύνταξης, ενώ εξαιρεί και ορισμένες ευαίσθητες κατηγορίες (ανάπηρους, τυφλούς, παραπληγικούς).

Το Δημόσιο επικαλείται διάφορες αποφάσεις ανώτατων δικαστηρίων, ιδίως του ΣτΕ και του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ότι «ο περιορισμός του συνταγματικώς προστατευομένου δικαιώματος μπορεί να δικαιολογηθεί μόνο όταν είναι αναγκαίος και συνδέεται με το σκοπό που επιδιώκει ο νόμος».

Υποστηρίζει επίσης, ότι με βάση αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, «το δικαίωμα πρόσβασης στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης δεν εμπεριέχει αξίωση για παροχή σύνταξης ορισμένου ύψους και επομένως το κράτος λαμβάνοντας υπόψη τους γενικότερους στόχους της οικονομικής πολιτικής μπορεί να αυξομειώνει τις συνταξιοδοτικές παροχές».

Η κυβέρνηση αντικρούει επίσης (χωρίς καμία αναλυτική παράθεση θέσεων) την άποψη ότι το μνημόνιο έπρεπε να ψηφισθεί από τη Βουλή με την αυξημένη πλειοψηφία των 180 βουλευτών αντί της σχετικής πλειοψηφίας (151). Οπως αναφέρεται απλώς, το περιεχόμενο του νόμου 3845/2010, δυνάμει του οποίου εκδόθηκε η υπουργική απόφαση περικοπών των συντάξεων, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 28 του Συντάγματος!